- ἀνενοχλήτους
- ἀνενόχλητοςundisturbedmasc/fem acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
несътоужимъ — (1*) пр. Не испытывающий беспокойства: Давъшюмѹ же сребро, ˫ако несътѹжимомъ имъ вьсьде быти. ѿ вьсе˫а зълобы нѣсть прѣгрѣшени˫а приносити. (ἀνενοχλήτους) ΚΕ XII, 229б … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… … Dictionary of Greek
πενία — Μυθολογική προσωποποίηση της φτώχειας. Τη συναντάει κανείς αρχικά στη νήσο Άνδρο. Όταν ο Θεμιστοκλής έφτασε στην Άνδρο, ενώ καταδίωκε τα λείψανα του περσικού στόλου μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, ζήτησε από τους Ανδρίους να του δώσουν χρήματα,… … Dictionary of Greek
πενιά — Μυθολογική προσωποποίηση της φτώχειας. Τη συναντάει κανείς αρχικά στη νήσο Άνδρο. Όταν ο Θεμιστοκλής έφτασε στην Άνδρο, ενώ καταδίωκε τα λείψανα του περσικού στόλου μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, ζήτησε από τους Ανδρίους να του δώσουν χρήματα,… … Dictionary of Greek